Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019

Ιστορία Προσανατολισμού. 1. Πελατειακά δίκτυα επί Τουρκοκρατίας. Ανάλυση πηγής


Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Α. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ
ΚΑΙ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (1821-1843)

1. Πελατειακά δίκτυα επί τουρκοκρατίας





ΚΕΙΜΕΝΟ-ΠΗΓΗ


Το οθωνικό πολίτευμα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε στις τυπικές του πλευρές, είχε την προέλευσή του στις δομές που είχαν διαμορφωθεί στη διάρκεια του Αγώνα... Στην πρώτη δεκαετία της βασιλείας του Όθωνα, όταν η βασιλική απολυταρχία και η βαυαρική επιρροή αποτελούσαν τα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το κράτος είναι συγκεντρωτικό, γραφειοκρατικό και λαϊκό. Η διοίκηση, συγκεντρωμένη στην πρωτεύουσα, διεξαγόταν σύμφωνα με δυτικότροπες γραφειοκρατικές διαδικασίες...
Η εφαρμογή κοινοβουλευτικού πολιτεύματος άρχισε μόνο στη δεύτερη δεκαετία της οθωνικής περιόδου, ύστερα από μια επαναστατική εξέγερση στρατιωτικών και πολιτικών που ανήκαν στους κύκλους της ελληνικής ηγεσίας. Η επανάσταση του 1843 ήταν έργο των ηγετικών ομάδων που είχαν αποκλεισθεί από την άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Αποτέλεσμα αυτής της κίνησης ήταν η εκδίωξη των Βαυαρών και η καθιέρωση συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο ο Βασιλιάς διαμοιραζόταν την εξουσία με την εκλεγμένη νομοθετική εξουσία...
...Εγκαινιάσθηκε δηλαδή μια σχέση ανάμεσα στη διοικητική λειτουργία (Βασιλιάς) και την εκλογική (Νομοθετική εξουσία-εκλεγμένη Κυβέρνηση). Η σχέση ανάμεσα σε αυτές τις δυο λειτουργίες χαρακτηρίζεται από ένταση, η οποία εντάσσεται σε ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, αφού αποτελούσε μέρος χαρατηριστικό μιας ευρωπαϊκής ιδεολογικής και πολιτικής διαμάχης που αποσκοπούσε να απαντήσει στο ερώτημα, πώς ο υπήκοος θα μπορούσε να προστατευθεί με περισσότερη ασφάλεια από καταχρήσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων....
Η ένταση αυτή αντανακλούσε και την ανακατάταξη των ελληνικών ηγετικών ομάδων σε δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Το ένα, με βασικό χαρακτηριστικό την προσήλωση στη γραφειοκρατία, αποτελούσε μέρος του κυβερνητικού κατεστημένου και περιστοίχιζε τον βασιλιά, την αυλή και την κρατική διοίκηση. Το άλλο, με βασικό χαρακτηριστικό την αφοσίωση στον κοινοβουλευτισμό, ανήκε στην αντιπολίτευση και πλαισίωσε τη νομοθετική εξουσία και τα κόμματα.
Και τα δυο στρατόπεδα αντλούσαν τα μέλη τους, είτε ως άτομα είτε ως πολιτικές φατρίες, πρώτα από τις παραδοσιακές ηγετικές ομάδες (πρόκριτοι, κλήρος, οπλαρχηγοί) και δεύτερο από τις καινούργιες πνευματικές ομάδες (ετερόχθονες, Φαναριώτες και απόφοιτοι του Πανεπιστημίου). Η σύνθεση του κάθε σχήματος ήταν ρευστή ανάλογα με τον χρόνο και σύμφωνα με παράγοντες καθοριστικούς, όπως ήταν η βασιλική εύνοια, η απονομή δημόσιων αξιωμάτων και ο ρόλος του κάθε κόμματος ή πολιτικής ομάδας στην κυβέρνηση...
Η φύση του νέου ελληνικού πολιτεύματος και οι τρόποι εφαρμογής του δεν μπορούν να κατανοηθούν μόνο ως περίπτωση αμοιβαιότητας και έντασης ανάμεσα στις δυο λειτουργίες που ήδη αναφέρθηκαν. Ως καινοτομίες που είχαν προέλευση δυτική, και οι δυο λειτουργίες από κοινού πρέπει να θεωρηθούν στοιχεία ενός σύγχρονου συστήματος διακυβέρνησης απέναντι σε ένα παραδοσιακό σύστημα διακυβέρνησης, το οποίο είχε επιβιώσει από την οθωμανική εποχή... Το σύστημα αυτό επιδρούσε πάνω σε οποιαδήποτε πολιτική μεταβολή επιχειρούνταν...
Πρόκειται για το ανεπίσημο σύστημα της "προστασίας". Δεν έχουμε να κάνουμε με ένα σύστημα θεσμοθετημένο, αλλά καθιερωμένο από την καθιερωμένη χρήση και συνήθεια. Ήταν δημιούργημα μιας κοινωνίας χωρίς έντονη διαφοροποίηση στον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό τομέα. Η "προστασία" αποτελούσε μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού διακανονισμού, τον οποίο οι τες"﷽﷽﷽﷽﷽﷽ "προστοιοΈλληνες είχαν δοκιμάσει στον προσωπικό τρόπο ζωής τους. Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν η εξάρτηση· όχι όμως μια εξάρτηση από τον φεουδάρχη. Η εξάρτηση του τύπου "προστάτης-πελάτης" προϋπέθετε την ικανότητα του πρώτου να εξυπηρετεί τον "πελάτη" και την ελευθερία του τελευταίου να διακόπτει τους δεσμούς όταν έβρισκε ότι δεν τον ικανοποιούσαν τα ανταλλάγματα με τα οποία εξαγόραζαν την εξάρτησή του.
Η εξάρτηση ευνοούσε τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους "προστάτες" για να επιτύχουν την υπακοή των "πελατών" και ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό των τελευταίων για να εξασφαλίσουν την εύνοια των "προστατών". Λειτουργούσε πέρα από διαχωρισμούς τάξεων, δημιουργώντας πλέγματα οριζόντια σε σχήμα πυραμίδας, έτσι ώστε ο "προστάτης" μπορούσε να γίνεται "πελάτης" ανάλογα με τη θέση του απέναντι σε κάποιον που θα ήταν λιγότερο ή σε κάποιον που θα ήταν περισσότερο ισχυρός.
Το σύστημα της "πελατείας" προϋπέθετε ότι η επίσημη εξουσία αδυνατούσε να παράσχει στα άτομα ασφάλεια και ευκαιρίες και συνεπώς αυτό μπορούσε να λειτουργεί ως εναλλακτική λύση καλύπτοντας παρόμοιες αδυναμίες. Ενισχύοντας τη διεύρνση της δύναμης και της εξουσίας δημιουργούσε συχνά πολιτική αστάθεια και υποβόσκουσα εμφύλια διαμάχη. Και ενώ αυτό το σύστημα ήταν το έρεισμα των παραδοσιακών ηγετικγματα﷽﷽﷽﷽﷽ρτμικασικγματα﷽﷽﷽﷽﷽ρτμικασικών ομάδων -των προεστών, του κλήρου, των οπλαρχηγών- ταυτόχρονα τις κρατούσε χωρισμένες κάτω από ένα πνεύμα ανταγωνισμού.
Το σύστημα αυτό είχε το μεγάλο μειονέκτημα ότι εμπόδιζε την κινητοποίηση του πληθυσμού για την επιδίωξη συγκεκριμένων συλλογικών στόχων. Είχε όμως το μεγάλο πλεονέκτημα ότι παρείχε την προστασία του σε άτομα και ομάδες για την αντιμετώπιση της υπερβολικά πιεστικής παρουσίας της συγκεντρωτικής εξουσίας.
Το ανεπίσημο σύστημα της "προστασίας", μολονότι στερήθηκε εξαιτίας του επίσημου συστήματος τα θεσμικά στηρίγματά του (αυτόνομες κοινότητες, άτακτος στρατός, αυτόνομη εκκλησία), αναζήτησε και βρήκε νέα στηρίγματα, που όχι μόνο του επέτρεψαν να επιβιώσει, αλλά και να ενισχυθεί. Έτσι, οι παραδοσιακές ηγετικές ομάδες μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους τη νέα γραφειοκρατική μηχανή και, μετά το 1843, τον κοινοβουλευτισμό ως πηγές "προστασίας". Για να το πετύχουν στηρίχθηκαν και στα πολιτικά κόμματα που είχαν σχηματισθεί στη διάρκεια του Αγώνα.
Προστάτες και κύκλοι με συμφέροντα ειδικότερα και συγκεκριμένα κατόρθωσαν να εκμεταλλευθούν και να ενισχύσουν το σύστημα της "πελατείας" για να εμποδίσουν να καθιερωθεί ένα πολιτικό σύστημα ευρωπαϊκού τύπου, που το θεωρούσαν εχθρικό προς τα συμφέροντά τους. Στον τομέα των διοικητικών καινοτομιών προσπάθησαν με αυστηρά περιοριστικά μέτρα να παρεμποδίσουν την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα ατόμων που είχαν έρθει στην Ελλάδα από το εξωτερικό με την προοπτική να αναλάβουν πολιτικά λειτουργήματα (Βαυαροί και ετερόχθονοι Έλληνες). Εντούτοις, ορισμένοι από αυτούς τους οπαδούς των παλιών σχημάτων αποδέχθηκαν, σε ένα βαθμό, τις θεσμικές δυτικότροπες καινοτομίες αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης και μάλιστα υποχρέωσαν τον βασιλιά, στα 1843, να τις εφαρμόσει.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι παραδοσιακοί αντίπαλοι της απολυταρχικής διακυβέρνησης προσεταιρίσθηκαν τον δυτικό κοινοβουλευτισμό για να μειώσουν την ισχύ της κεντρικής εξουσίας...

Ιωάννης Πετρόπουλος, Αικατερίνη Κουμαριανού, Το Ελληνικό Κράτος από το 1833 ως το 1862. Περίοδος Βασιλείας του Όθωνος 1833-1862, ΙΕΕ, τόμ. ΙΓ, 13-14.




Ανάλυση


Το εν λόγω κείμενο από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους είναι πολύ σημαντικό για να κατανοήσει κάποιος τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων στο Νέο Ελληνικό Κράτος. Πρόκειται για το λεγόμενο σύστημα της "προστασίας", το οποίο λειτούργησε ως θεσμός σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Αρχικά, γίνεται λόγος για την απολυταρχική διοίκηση της περιόδου του Όθωνα, η οποία οδήγησε στην επανάσταση του 1843, στην ηγεσία της οποία βρίσκονταν οι απκλεισμένες από την άσκηση της εξουσίας ηγετικές ομάδες της προεπαναστατικής και της επαναστατικής περιόδου. Έκτοτε, έχουμε από τη μια μεριά την πανίσχυρη βασιλική εξουσία και από την άλλη την εκλεγμένη από τον λαό νομοθετική εξουσία (Κοινοβούλιο), οι φορείς των οποίων θα διεκδικούν όλο και περισσότερο ζωτικό χώρο, με αρνητικά πολλές φορές αποτελέσματα για τον Ελληνισμό (όπως θα δούμε στη συνέχεια του βιβλίου). Και οι δυο εξουσίες αντλούσαν δυνάμεις από τις παραδοσιακές ηγετικές δυνάμεις του Ελληνισμού (Πρόκριτους, Οπλαρχηγούς, Ετερόχθονες, κ.ά.).
Στις δυτικές δημοκρατίες της εποχής η λειτουργία του πολιτεύματος μπορεί να κατανοηθεί ως ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτούς τους δυο πόλους. Αντίθετα, στην Ελλάδα η διαμόρφωση των ισορροπιών επηρεαζόταν άμεσα από το σύστημα της "προστασίας", από τη σχέση εξάρτησης δηλαδή ανάμεσα στους ψηφοφόρους και τους άμεσα εκλεγμένους εκπροσώπους τους. Το σύστημα αυτό καθιερώθηκε, σχεδόν θεσμοθετήθηκε άτυπα στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Η ιδιοτυπία του έγκειται στο γεγονός ότι ανάμεσα στους προστάτες και στους προστατευόμενους, ας τους πούμε έτσι συμβατικά, υπήρχε σχέση αμοιβαίας εξάρτησης και όχι σχέση εξουσίας-υποταγής. Οι προστατευόμενοι δηλαδή δεν ήταν εντελώς ανίσχυροι και ετεροκαθοριζόμενοι από τους προστάτες, αλλά είχαν στα χέρια τους δύναμη. Πιο συγκεκριμένα, για να ικανοποιήσουν τα αιτήματά τους επέλεγαν τον καταλληλότερο εκπρόσωπό τους, κάτι που τους έδινε δύναμη και δημιουργούσε έναν ιδιότυπο ανταγωνισμό ανάμεσα στους προστάτες.
Η διαδικασία αυτή μπορεί να στερούσε τους Έλληνες από τη διεκδίκηση συλλογικών αιτημάτων (κάτι που μπορεί ο μαθητής να χρησιμοποιήσει πλέον και ως επιπλέον επιχείρημα σε ενδεχόμενο ερώτημα, γιατί δεν ευνοήθηκε η δημιουργία ταξικών κομμάτων στον ελλαδικό χώρο), αλλά ευνοούσε την ικανοποίηση ατομικών ή (σε περιορισμένη κλίμακα) ομαδικών συμφερόντων. Είναι σαφές και από το πιο πάνω κείμενο ότι, οι προστατευόμενοι αναζήτησαν τους νέους τους προστάτες (αφού πλέον δεν υπήρχαν οι προεπαναστατικοί φορείς προστασίας, όπως οι πρόκτριτοι, ο κλήρος, οι οπλαρχηγοί) στους εκπροσώπους των κομμάτων. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι ο ελληνικός κοινοβουλευτισμός λειτούργησε με δικούς του όρους. Εντούτοις, δεν ήταν εντελώς ξένος προς τα δυτικά πρότυπά του, αφού το Κοινοβούλιο λειτούργησε και εδώ ως πόλος μείωσης των αυταρχισμών της κεντρικής εξουσίας.