Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Ιστορία προσανατολισμού. 2. Α. 4. Τα κόμματα ως εκφραστές του πνεύματος της εποχής. Σχολιασμός, ανάλυση πηγών - κειμένων


2. Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
(1821 - 1936)

Α. Εξωτερικός Προσανατολισμός και πελατειακές σχέσεις (1821-1843)



4. Τα κόμματα ως εκφραστές του πνεύματος της εποχής


(Ακολουθεί το κείμενο του σχολικού βιβλίου, σελ. 68-69)


Οι ιδέες του Διαφωτισμού δεν είχαν ιδιαίτερη διάδοση στην απελευθερωμένη Ελλάδα. Αυτό επηρέασε και την πολιτική σκέψη της εποχής. Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τη διαμάχη συμφερόντων και την αναγκαιότητα ιδεολογικών συγκρούσεων, οι οποίες αξιολογούνταν αρνητικά, ως συμπτώματα ηθικής κατάπτωσης και ως δείγμα ασύστολης ιδιοτέλειας. Μέσα σ’ αυτό το γενικότερο ιδεολογικό-πολιτικό πλαίσιο δημιουργήθηκαν τα τρία πολιτικά κόμματα, το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό. Πέρα από τις διαφορές τους, οι απόψεις τους σε ορισμένα ζητήματα δεν είχαν σημαντικές αποκλίσεις.
Στην οικονομική πολιτική οι απόψεις των κομμάτων δεν διέφεραν σχεδόν καθόλου. Οι υλικές καταστροφές που προκάλεσε ο πόλεμος ήταν τεράστιες και χρειαζόταν κρατική παρέμβαση με έργα υποδομής. Όλα τα κόμματα συμφωνούσαν να στηριχθεί η οικονομία της χώρας στην αγροτική και βιοτεχνική παραγωγή, στο εμπόριο και τη ναυτιλία. Αυτό που τα απασχολούσε στον τομέα της οικονομικής πολιτικής αφορούσε τη νομοθεσία που σχετιζόταν με δασμούς και φόρους, την προώθηση του συγκοινωνιακού δικτύου, την προστασία του από ληστές και πειρατές και την υποστήριξη της Εθνικής Τράπεζας, η οποία ιδρύθηκε το 1841.
Πάντως, τα κόμματα δεν είχαν ακόμη σαφή οργανωτική δομή και προγράμματα δράσης. Ούτως ή άλλως στην Καποδιστριακή και Οθωνική περίοδο (έως την ψήφιση του συντάγματος του 1844) δεν υπήρχε σύνταγμα ούτε διαδικασίες συλλογικές, π.χ. εκλογές, οι οποίες προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο λειτουργίας των κομμάτων. Σε ακραίες περιπτώσεις τα κόμματα κατέφευγαν στη χρήση επαναστατικής βίας, για να καταστήσουν σαφή την αντίθεσή τους σε επιλογές της κυβέρνησης.


Ερμηνευτικό σχόλιο:

[Σημείωση 1: Οι ιδέες του Διαφωτισμού γνώρισαν αντιστάσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη και όχι μόνο στον Ελληνισμό. Ιδιαίτερα, μετά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Παρ' όλα αυτά, οι αντιλήψεις που πήγασαν από την καινούργια ιδεολογία άφησαν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στον δυτικό κόσμο. Είναι γνωστό ότι οι ερμηνείες πάνω στο φαινόμενο του Διαφωτισμού ποικίλλουν ανάμεσα στους ερευνητές και δεν θεωρώ σκόπιμο να επεκταθούμε εδώ περισσότερο. Όσον αφορά ειδικότερα τον Ελληνισμό, η διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού ήταν πιο περιορισμένη σε σχέση με τη Δύση ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια, που θεωρούνται και η περίοδος ακμής του. Τα αίτια είναι πολλά και ο χώρος εδώ δεν είναι ο κατάλληλος για να τα εκθέσουμε, με δεδομένο μάλιστα ότι κι εδώ δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους μελετητές του φαινομένου. Αυτό είναι εύλογο, αφού δεν έχουμε να κάνουμε με ένα κίνημα που κουβαλάει καινούργιες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις, με έντονες πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Μολονότι στο ελεύθερο ελληνικό κράτος θεωρείται ότι οι διαφωτιστικές ιδέες γνώρισαν ύφεση (Δημαράς) ή δεν είχαν ιδιαίτερη διάδοση όπως αναφέρει το σχολικό βιβλίο, εντούτοις οι νέες πολιτειολογικές αντιλήψεις περί του σύγχρονου λαϊκού κράτους ρίζωσαν από πολύ νωρίς. Το πνευματικό υπόβαθρο του ελληνικού πληθυσμού, άλλες κοινωνικές συνθήκες, καθώς και η επικράτηση της Μεγάλης Ιδέας, που απέκλειε την οξεία ρήξη με την Εκκλησία (βασική θέση των Διαφωτιστών) είναι ανάμεσα στους ανασχετικούς παράγοντες].

[Σημείωση 2: Οι λόγοι που δεν επέτρεψαν στην ελληνική πολιτική σκέψη της εποχής να κατανοήσει τη διαμάχη συμφερόντων και την αναγκαιότητα ιδεολογικών συγκρούσεων είναι πολλοί και δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο στην αστοχία διείσδυσης της διαφωτιστικής ιδεολογίας. Όπως είδαμε, εθνικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί λόγοι (Μεγάλη Ιδέα, παιδεία, μακροχρόνια δουλεία, πατρωνία, ιδιορρυθμίες της οθωμανικής διοίκησης, απουσία βιομηχανίας κ.ά.) δεν επέτρεψαν την εποχή εκείνη την ομαλή μετάβαση σε μια δυτικού τύπου οργάνωση. Υπό αυτή την έννοια, μπορεί να συμφωνήσει κάποιος με τους ιστορικούς που υποστηρίζουν ότι δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για πραγματικά κόμματα κατά την εν λόγω περίοδο. Αυτό μαρτυρούν και οι αρνητικές τοποθετήσεις του Τύπου και άλλων θεσμών του δημόσιου βίου της εποχής απέναντι στον θεσμό των κομμάτων. Αυτός είναι και ο λόγος, νομίζω, που το πολιτικό πρόγραμμα των τριών "ξενικών" κομμάτων, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού δεν διέφερε στα βασικά σημεία. Με δεδομένο δηλαδή ότι δεν υπήρχε μια τάξη που να κυριαρχεί οικονομικά, δεν υπήρχε και ταξική διαπάλη, οπότε το οικονομικό πρόγραμμα των τριών κομμάτων δεν διέφερε, αφού δεν υπήρχε ανταγωνισμός στη διαχείριση του παραγόμενου (δημόσιου ή ιδιωτικού) πλούτου. Πέρα από αυτό, όπως σημειώνεται και στο βιβλίο, η απουσία συνταγματικού πλαισίου για τη λειτουργία των κομμάτων, για τη λειτουργία δηλαδή στοιχειωδών δημοκρατικών θεσμών, δεν ευνοούσε την οργανωτική δόμηση των συλλογικοτήτων). Έτσι, η απουσία εμπειρίας από την εμπέδωση της δημοκρατικής λειτουργίας, αλλά και οι οξυμένοι πολιτικοί ανταγωνισμοί σε μια χώρα με ασαφείς ορίζοντες και με πρωτόγνωρο το βίωμα της ελευθερίας, επέτειναν τους δυναμικούς ανταγωνισμούς (εμφύλιες διαμάχες)].

[Σημείωση 3: Σε κεφάλαια όπως το παρόν, ο μαθητής θα πρέπει να είναι εξοικειωμένος με φαινομενικές αντιφάσεις στις πληροφορίες που δέχεται, οι οποίες στην ουσία είναι διαφορετικές ερμηνείες ενός φαινομένου με πολλές όψεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η άσκηση του ΚΕΕ με αφορμή τη διαφοροποίηση ανάμεσα στην πληροφορία που μας δίνει το σχολικό βιβλίο και την ερμηνευτική προσέγγιση των συντακτών της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους πάνω στο θέμα του βαθμού της επιρροής της πατρωνίας στον σχηματισμό των κομμάτων στο νεοελληνικό κράτος. Την ανάλυσή μας σχετικά μπορεί να δει κάποιος πιο κάτω].



ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΕΠΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ. ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ


Σε απόσπασμα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας, δίνεται το πιο κάτω παράθεμα από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους:

"Στη δεκαετία 1830-1840 ο τύπος ασχολήθηκε ευρύτατα με το θέμα, δημοσιεύοντας άρθρα και σχόλια σχετικά με την ύπαρξη συγκροτημένων κομμάτων στην Ελλάδα ...
Όσοι υποστήριζαν πως τα ελληνικά κόμματα δεν είχαν ιδεολογικό περιεχόμενο μπορούσαν να επικαλεσθούν το επιχείρημα ότι δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές στις απόψεις τις οποίες το καθένα εξέφραζε ή ότι οι συχνές μετακινήσεις και αποσκιρτήσεις από το ένα κόμμα στο άλλο έδειχναν πως οι ανάγκες της στιγμής παρά οι πραγματικές πεποιθήσεις και η πίστη προς τη γραμμή του κόμματος έπαιζαν ρόλο στην ένταξή τους. Οι αρνητικές αυτές θέσεις μπορούσαν να αντικρούονται, χωρίς και να εξουδετερώνονται εντελώς, από το γεγονός ότι τα κόμματα, σ’ όλη τη διάρκειά τους έστω και ελάχιστα διαφοροποιημένα το ένα από το άλλο, διατήρησαν επίμονα τους αρχικούς του προσδιορισμούς: συνταγματικοί - κυβερνητικοί, φιλελεύθεροι - συντηρητικοί, δυτικοί - παραδοσιακοί ...
Γενική σχεδόν ήταν η παραδοχή ότι τα κόμματα συνιστούσαν συμπράξεις των οποίων οι σχέσεις βασίζονταν στο σύστημα της «προστασίας»· ότι περιορίζονταν σχεδόν καθολοκληρίαν στην πρωτεύουσα· ότι είχαν άμεση εξάρτηση από τις ξένες αποστολές –ιδίως τα άτομα που τα εκπροσωπούσαν και τα οποία με αντιπαροχή εξυπηρετήσεων στο επίπεδο της πληροφορήσεως και με την υποστήριξη της μιας ή της άλλης ξένης Δυνάμεως επιδιωκαν και εξασφάλιζαν την εύνοια των ξένων. Δηλαδή, μια μορφή σχέσεων που δεν ήταν εντελώς ξένη για τους Έλληνες και τη σωματειακή παράδοση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Για να μελετηθούν συνεπώς τα ελληνικά πολιτικά κόμματα και η λειτουργία τους είναι απαραίτητη προϋπόθεση η μελέτη του συστήματος των σχέσεων που είχαν επικρατήσει ως την εποχή αυτή μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που καθόριζαν την οργάνωση και τη λειτουργία τους ...
Από τους ξένους, το είχαν συνειδητοποιήσει μόνο όσοι είχαν ζήσει στην Ελλάδα για ένα μεγάλο διάστημα και είχαν γνωρίσει από κοντά την ελληνική πραγματικότητα. Δύο από αυτούς, με μακρά πείρα στα ελληνικά πράγματα, ο Βαυαρός λόγιος Φρειδερίκος Thiersch και ο Θ. Πισκατόρυ, είναι κατηγορηματικοί στα κείμενά τους για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν τα ελληνικά κόμματα εφαρμόζοντας το σύστημα της «προστασίας». Ο Γεώργιος Φίνλαϋ στην «Ιστορία» του, χωρίς να το περιγράφει πουθενά λεπτομερώς, το αναγνωρίζει όταν αναφέρεται «στους προσωπικούς οπαδούς και στα τμήματα οπλισμένων ανδρών» των προεστών. ...
Ι.Ε.Ε., τόμ. ΙΓ΄, σσ. 25-27"

Και ακολουθεί η εξής άσκηση:

"Λαμβάνοντας υπόψη σας το κείμενο του βιβλίου σας και το περιεχόμενο του παραθέματος:
Πέρα από την άποψη που διατυπώνεται στο σχολικό σας εγχειρίδιο (τα κόμματα δεν είναι απλή μετεξέλιξη...), αφού μελετήσετε το παράθεμα να παρουσιάσετε τη διαφορετική άποψη που αφορά τον μετασχηματισμό των δικτύων πελατείας σε κόμματα".

Ας δούμε την άποψη όπως διατυπώνεται στο σχολικό βιβλίο (συντάκτης του συγκεκριμένου κεφαλαίου είναι ο Αγαθοκλής Αζέλης): "Τα κατοπινά κόμματα2 δεν αποτελούν απλή μετεξέλιξη των δικτύων πατρωνίας. Επί τουρκοκρατίας το πολιτικό πλαίσιο ήταν δεδομένο και αναμφισβήτητο: η οθωμανική κυριαρχία. Τα ζητήματα στα οποία μπορούσαν να εκφραστούν διαφωνίες και διαφορετικές απόψεις ήταν είτε η διεκδίκηση δημοσίων αξιωμάτων είτε η αντιμετώπιση μικροπροβλημάτων της καθημερινής ζωής, περισσότερο "τεχνικής" υφής, όπως π.χ. ζητήματα δημοσίων έργων. Οι φορείς της πατρωνίας δεν είχαν λόγο σε ζητήματα που άπτονταν της νομοθεσίας ή της εξωτερικής πολιτικής, και επομένως τα δίκτυα πατρωνίας δεν διαμόρφωναν διαφορετικές πολιτικές απόψεις3. Γενικότερα, τα δίκτυα πατρωνίας δεν λειτουργούσαν κάτω από τους ίδιους όρους και δεν ανταποκρίνονταν στις ίδιες ανάγκες με τα κατοπινά κόμματα."
Ο Αζέλης είναι χαρακτηριστικό ότι επιλέγει να δώσει ακριβείς ορισμούς των όρων που μας απασχολούν: πελατειακά δίκτυα, κόμμα, ενώ παραπέμπει και στα χαρακτηριστικά που χρωμάτιζαν τη λειτουργία της πατρωνίας από το ίδιο το παράθεμα της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους (βλ. σελ. 59-60, παραπομπές με αρ. 1,2, και 3).


Σχόλιο:

Κατά την άποψή μου η τοποθέτηση των συντακτών του αποσπάσματος από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους εστιάζει περισσότερο στην αρνητική πρακτική που δημιουργήθηκε γύρω από τη λειτουργία των κομμάτων. Τα δίκτυα πατρωνίας στην εποχή της Τουρκοκρατίας, όπως είναι γνωστό, εξυπηρετούσαν τα ατομικά συμφέροντα των υποδούλων λαϊκών μαζών, των κατώτερων δηλαδή κοινωνικών στρωμάτων, ενώ παράλληλα εξασφάλιζαν και την κοινωνική επιρροή-υπεροχή των πατρώνων, των προκρίτων δηλαδή, των ανθρώπων με οικονομική επιφάνεια και επιρροή στους περιφερειακούς ή κεντρικούς φορείς της τουρκικής εξουσίας. Αυτός ο μηχανισμός, ας τον πούμε συμβατικά έτσι, φυσικό ήταν να συνεχιστεί και στην καινούργια πραγματικότητα.
Από κει και πέρα, όμως, δεν μπορεί να βρει εύκολα και ανέξοδα εφαρμογή μια απλουστευτική γενίκευση του δικτύου πατρωνίας και να ταυτισθεί σχεδόν με την οργάνωση και λειτουργία ενός κόμματος. Για τον λόγο αυτό, θεωρώ, ο εκ των συντακτών του σχολικού εγχειριδίου δίνει τον ορισμό της σχέσης πελατείας, αλλά και κόμματος. Νομίζω ότι ορθώς πράττει, γιατί αλλιώς υποβαθμίζεται η κομβική αξία της εισαγωγής του θεσμού των κομμάτων στην Ελλάδα. Ο ίδιος δεν παραθεωρεί τις παθογένειες στη λειτουργία των κομμάτων από εγκατεστημένες νοοτροπίες του παρελθόντος (πατρωνία), αλλά το κόμμα είναι κάτι ευρύτερο, ασκεί νομοθετική εξουσία, εξωτερική πολιτική, με άλλα λόγια είναι θεμέλιο της δημοκρατίας.
Όμως, ανεξάρτητα από τις παρελθοντικές πρακτικές που επικράτησαν στην πολιτική ζωή της χώρας, ο Αζέλης, ορθώς επιλέγει να μην εξισώσει τη λειτουργία του θεσμού των κομμάτων με την πατρωνία. Εξάλλου, η θέση του αυτή είναι συνεπής και με όσα αναφέρει στη σελ. 72: "Ίσως οι φιλελεύθερες πολιτικές διαδικασίες και η λειτουργία κομμάτων να ήταν προϊόν μιας μικρής πολιτικής ηγετικής ομάδας, να μην ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και να αναπτύχθηκαν κατά μίμηση δυτικών προτύπων, τα οποία στην εφαρμογή τους παραμορφώθηκαν λόγω του μικρού βαθμού ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, ανεξάρτητα από τις επιδράσεις δυτικών προτύπων, ο κοινοβουλευτισμός στην Ελλάδα ρίζωσε και ακολούθησε τους δικούς του δρόμους, για να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες ανάγκες, τα προβλήματα και τα αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας. Εξάλλου, για την πολιτική ενεργοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και για τη σταδιακή συγκρότηση ενός κράτους δικαίου, δεν θα αρκούσε μια διαδικασία μίμησης. Τα κόμματα αποτελούσαν αναγκαιότητα της εποχής και ανταποκρίνονταν στις ανάγκες των ανθρώπων που τα συγκρότησαν. Πάντως, τα κόμματα αυτής της περιόδου δεν μπορούν να χαρακτηριστούν με σημερινούς όρους (αριστερά-δεξιά, προοδευτικά-συντηρητικά)."
Κοντολογίς, μια τέτοια ερώτηση, ενέχει τον κίνδυνο αποροσανατολισμού του μαθητή. Γιατί ναι μεν όσα αναφέρονται στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αλλά στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να φερθεί έξυπνα και να υποψιασθεί την ορθότητα της επιλογής που έκανε ο συντάκτης του σχολικού βιβλίου. Κι αυτό ας μην χαρακτηρισθεί " άκριτη υποταγή" στο σχολικό βιβλίο. Όλοι μας ξέρουμε καλά τι σημαίνει πελατειακή σχέση και πόσο έχει επηρεάσει αρνητικά την πορεία της δημοκρατίας στη χώρα μας. Από την άλλη, όμως, ο συντάκτης του σχολικού βιβλίου ορθώς πράττει και δεν απαξιώνει αυτόν τον σημαντικό για τη δημοκρατία θεσμό.